IN CULTURE WE TRUST

366

Περίπου 60 έργα τέχνης Ελληνοκυπρίων και Ελλήνων ζωγράφων, καθώς και οπτικοακουστικό υλικό από το αρχείο του ΡΙΚ που αφορά τα τουρκοκυπριακά καλλιτεχνικά δρώμενα πριν από το 1963, κοσμούν τον χώρο αίθουσας δεξιώσεων του Λήδρα Πάλας, στο πλαίσιο της έκθεσης, “In Culture We Trust”, η οποία διοργανώθηκε από τη Δικοινοτική Τεχνική Επιτροπή για τον Πολιτισμό και εγκαινιάστηκε τη Δευτέρα το βράδυ από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη και τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί.

Αδαμάντιος Διαμαντής, Τηλέμαχος Κάνθος, Γεώργιος Πολ. Γεωργίου, Στέλιος Βότσης είναι μερικά από τα ονόματα των σημαντικών δημιουργών των 219 έργων τα οποία παραδόθηκαν από την τουρκοκυπριακή κοινότητα στην ελληνοκυπριακή στο πλαίσιο της ανταλλαγής που έγινε στις 3 Σεπτεμβρίου 2019 σε μια, κατά την παραδοχή των εμπλεκομένων, έντονα φορτισμένη από τη συγκίνηση ατμόσφαιρα.

Τα έργα

Όπως αναφέρει ο εκ των επιμελητών της έκθεσης και Ελληνοκύπριος Αντιπρόεδρος της Τεχνικής Επιτροπής Γιάννης Τουμαζής σε ειδική έκδοση για την έκθεση τα περισσότερα έργα (132 έργα ή 62%) προέρχονται από τρεις δημιουργούς: Μιχάλης Χατζηδημητρίου (63), Γεώργιος Πολ. Γεωργίου (44), Στέλιος Βότσης (25).

Επίσης, υπάρχουν αρκετά έργα σημαντικών καλλιτεχνών από την Ελλάδα (Τσαρούχης, Γουναρόπουλος, Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Βασιλείου, Μόραλης, Κόντογλου, Σπυρόπουλος, Μαυροΐδης κ.ά).

Το μεγαλύτερο μέρος των έργων, 140 κατά πάσα πιθανότητα, «θεωρώ πως προέρχονται από τη συλλογή της Δημοτικής Πινακοθήκης Αμμοχώστου», αναφέρει. Αυτό προκύπτει, σημειώνει, από γραπτές μαρτυρίες, σχετικά έγγραφα, αλλά και από τις πινακίδες έκθεσης αρκετών έργων, οι οποίες είναι στερεωμένες στις αντίστοιχες κορνίζες.

Σημαντικός αριθμός έργων, 41 κατά πάσα πιθανότητα, από τα συνολικά 44 έργα του ζωγράφου Γεώργιου Πολ. Γεωργίου, αναφέρει ο κ. Τουμαζής, «πιστεύω πως προέρχονται από την οικία του, όπου είχε και το εργαστήρι του, επί της οδού Ερμού 136 στην Αμμόχωστο».

Αυτό επιβεβαιώνεται τόσο από γραπτές όσο και προφορικές μαρτυρίες μελών της οικογένειας του καλλιτέχνη, προσθέτει.

Τρία έργα του ζωγράφου ανήκουν στη συλλογή της Δημοτικής Πινακοθήκης Αμμοχώστου.

Τα έργα περιλαμβάνουν επίσης εικοσιπέντε (25) έργα είναι του καλλιτέχνη Στέλιου Βότση.

Τα περισσότερα από αυτά (24), σημειώνει, είναι από τη σειρά Παρουσίες (περ. 1970-1973). Σύμφωνα με μαρτυρία της κόρης του καλλιτέχνη Χλόης, τα 24 αυτά έργα πιθανόν να παρέμειναν στο λιμάνι της Αμμοχώστου μετά την επιστροφή τους στην Κύπρο από έκθεση στο εξωτερικό, αναφέρει. «Ο στενός φίλος του Βότση, καλλιτέχνης Ανδρέας Χρυσοχός, μού ανέφερε ότι τα έργα προέρχονταν από έκθεση που είχε κάνει ο Βότσης στο Commonwealth Institute Art Gallery στο Λονδίνο», προσθέτει.

Αναφέρει επίσης ότι έξι (6) έργα είναι υπογραμμένα αλλά δεν βρέθηκε κανένα στοιχείο που να δικαιολογεί την προέλευσή τους.

Για έναν μικρό αριθμό έργων (8), η ταυτοποίηση παρουσιάζει σημαντικές δυσκολίες λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων, σημειώνει.

Σε δηλώσεις του στο ΚΥΠΕ ο κ. Τουμαζής ανέφερε ότι στην έκθεση «εκτίθενται γύρω στα 60 έργα μαζί με το αρχείο του ΡΙΚ που αφορά στους Τουρκοκύπριους μέχρι το 1963», προσθέτοντας ότι πρόκειται για οπτικό και ηχητικό αρχείο. «Η έκθεση αποτελείται από το ένα τρίτο περίπου του συνολικού αριθμού των έργων τέχνης», πρόσθεσε.

Σε ερώτηση πώς έγινε η επιλογή των έργων και αν αυτή έγινε στη βάση της κατάστασης στην οποία βρίσκονταν αυτά, απάντησε ότι «κάναμε μια επιλογή αφενός από έργα που όντως ήταν σε καλή κατάσταση αλλά και για να είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα από όλους τους σημαντικούς καλλιτέχνες που έχουμε παραλάβει».

Η προσπάθεια, εξήγησε ο κ. Τουμαζής, ήταν «να είναι όσο πιο αντιπροσωπευτική η επιλογή ώστε να δει το κοινό περισσότερους καλλιτέχνες και βέβαια και σημαντικά έργα».

Σε ερώτηση αν έχει ήδη γίνει κάποια συντήρηση των έργων, ο κ. Τουμαζής ανέφερε ότι έχει γίνει σε όλα τα έργα μια πρώτη προληπτική συντήρηση ώστε να μπορέσουν να παρουσιαστούν. Πρόσθεσε ότι φυσικά δεν έχει γίνει σε βάθος συντήρηση εξειδικευμένη γιατί γι αυτό θα χρειαστεί χρόνος και άλλες συνθήκες. Οπότε, πρόσθεσε, θα ακολουθήσει η διαδικασία.

Σε δική της αναφορά στην ειδική έκδοση για την έκθεση η Τουρκοκύπρια Αντιπρόεδρος της Τεχνικής Επιτροπής Ρουζέν Ατακάν αναφέρει πως σε ό,τι αφορά τη σημασία των έργων, «παρόλο που δεν θα έχουν μεγάλο αντίκτυπο στην ιστορία των εικαστικών τεχνών στην Κύπρο, έχουν τη σημασία τους με την έννοια ότι αποτελούν μαρτυρία για μια εποχή στο παρελθόν όπου αυτό το νησί απολάμβανε πραγματικά την ειρήνη». «Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι αυτά τα έργα έχουν καταστεί πραγματικά σημαντικά σε ένα άλλο επίπεδο», προσθέτει.

«Θα μπορούσαν να ήξεραν οι Ελληνοκύπριοι καλλιτέχνες ότι οι πινελιές που τοποθέτησαν στον καμβά με τις αισθητικές ανησυχίες που τους απασχολούσαν πριν από το 1974, θα καθίσταντο μια μέρα η πηγή τέτοιου ενθουσιασμού και τέτοιας ελπίδας για το μέλλον;», διερωτάται δίνοντας την απάντηση ότι: «Αυτή ακριβώς είναι η σημασία της τέχνης».

«Ως μέλη της Επιτροπής και Τουρκοκύπριοι καλλιτέχνες που εργαζόμαστε για την ειρήνη και που αφιερώσαμε τρία χρόνια σε αυτή τη διαδικασία επιστροφής των έργων με εμπλοκή σε κάθε στάδιο της, αισθανόμαστε περηφάνεια για τη συμβολή μας στην επιστροφή των έργων που ζωγράφισαν οι Ελληνοκύπριοι συνάδελφοι μας, στους δικαιούχους ιδιοκτήτες τους», σημειώνει η ίδια.

Συγκίνηση και ελπίδα για ειρήνη

Σε παρουσίαση που έγινε για τα ΜΜΕ, ο Sergiy Illarionov, επικεφαλής του γραφείου / συντονιστής του γραφείου του ειδικού συμβούλου του ΓΓ του ΟΗΕ για την Κύπρο είπε ότι η έκθεση αποτελεί μέρος της ειρηνευτικής διαδικασίας αναφέρθηκε στο ιστορικό της δημιουργίας των Τεχνικών Επιτροπών, λέγοντας ότι η συγκεκριμένη συστάθηκε το 2015. Εξέφρασε την πεποίθηση ότι τίποτα δεν θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί χωρίς την υποστήριξη πολλών ανθρώπων και την στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του UNDP.

Από την πλευρά του ο επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Κύπρο Ιερόθεος Παπαδόπουλος εξέφρασε την πεποίθηση ότι «αυτή η εκδήλωση εκπροσωπεί ένα σημαντικό βήμα μπροστά στο δρόμο της οικοδόμησης εμπιστοσύνης και μέσω αυτού στο δρόμο προς μια λύση του κυπριακού προβλήματος».

«Πιστεύω ότι η διαρκής ειρήνη δεν είναι μια αφηρημένη ιδέα, αλλά μάλλον, άνθρωποι εν δράση», σημείωσε.  Άνθρωποι, πρόσθεσε ο κ. Παπαδόπουλος, «οι οποίοι εργάζονται μαζί, οι οποίοι μοιράζονται ένα όραμα και επιτυγχάνουν κοινούς στόχους όπως αυτή η έκθεση είναι κάτι που μπορεί να γίνει και σε μια επανενωμένη Κύπρο».

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει χρηματοδοτήσει το έργο με περίπου €40.000.

Εκ μέρους του UNDP η Tiziana Zennaro,ανέφερε ότι η έκθεση αποτελεί απόδειξη της σκληρής δουλειάς των μελών της Τεχνικής Επιτροπής για τον Πολιτισμό. Τους τελευταίους τρεις μήνες, σημείωσε, έχουμε γίνει μάρτυρες και πάλι των πλεονεκτημάτων της συνεργασίας για ένα κοινό στόχο.

Από την πλευρά του ο Τουρκοκύπριος Πρόεδρος της Τεχνικής Επιτροπής Κανί Κανόλ αναφέρθηκε στον αριθμό των έργων τέχνης και του οπτικοακουστικού αρχείου που δόθηκαν από την μία κοινότητα στην άλλη και εξέφρασε τη χαρά του που κατέστη δυνατόν να διοργανωθεί η έκθεση.

Ήταν μια πολύ δύσκολη διαδικασία η οποία διήρκεσε δύο χρόνια, ανέφερε από την πλευρά της η Ελληνοκύπρια Πρόεδρος της Τεχνικής Επιτροπής Ανδρούλλα Βασιλείου, προσθέτοντας ωστόσο ότι το αποτέλεσμα άξιζε τον χρόνο και τον κόπο.

«Την ημέρα που έφθασαν τα έργα τέχνης και τα ανταλλάξαμε τα αρχεία, ήταν μια αλησμόνητη στιγμή», είπε. Νομίζω ήταν μια από τις πιο ευαίσθητες στιγμές της ζωής μου, πρόσθεσε. «Νοιώθαμε τόσο συγκινημένοι που κλάψαμε και αγκαλιαστήκαμε γιατί δια μέσου αυτής της ανταλλαγής η φιλία και η αδελφοσύνη μας έγινε παντοτινή», σημείωσε. «Ο πολιτισμός, πράγματι ενώνει τους ανθρώπους», είπε.